Connect with us

Ο Αχιλλέας Δεμέναγας παραχώρησε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη στην ΕΣΚΑ για το επάγγελμα του προπονητή στην Ελλάδα, την ενασχόλησή του με την Δόξα Βύρωνος, τις προϋποθέσεις λειτουργίας μιας πρότυπης ακαδημίας καλαθοσφαίρισης, τους προσωπικούς του στόχους αλλά και την πορεία των μικρών Εθνικών ομάδων…

-Συνήθως οι προπονητές που ξεκινούν από τις ακαδημίες προχωρούν προς τις μεγαλύτερες ηλικίες και δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους στις αντρικές ή
γυναικείες ομάδες. Εσύ επέλεξες να παραμείνεις στις ακαδημίες όλα αυτά τα χρόνια.

«Από 19 ετών που ανέλαβα ως προπονητής ηλικίες 10-12 ετών έως και σήμερα στα 52 μου, είναι απόλυτα ξεκάθαρο ότι ο χώρος των αναπτυξιακών ηλικιών ήταν και είναι ο φυσικός μου χώρος, το πεδίο που θα μπορούσα να φανώ περισσότερο χρήσιμος και να έχω τα καλύτερα αποτελέσματα. Χρήσιμος ώστε τα παιδιά που θα έχω στα χέρια μου να μάθουν σωστά τα βασικά του μπάσκετ, όπως εγώ τα διδάχθηκα από σπουδαίους δασκάλους (πχ ο Αλέκος Σπανουδάκης) και αποτελεσματικά, ώστε τα παιδιά που θα φύγουν από την συνεργασία μας, για το επόμενο βήμα στην ζωή και την καριέρα τους, να είναι συγκροτημένα, πειθαρχημένα, με αυτοπεποίθηση και φιλοδοξίες για το μέλλον. Έχοντας το προνόμιο να έχω προπονητική επαφή με 4 γενιές αθλητών γεννημένους από το 1980 έως το 2010, θα έλεγα με σιγουριά ότι η αγάπη για τα παιδιά, το ενδιαφέρον, η υπομονή και η επιμονή για τις ανάγκες τους, ο ενθουσιασμός να βλέπεις την βελτίωσή τους και η ικανοποίηση που σου δίνει το πλατύ χαμόγελό τους όταν ευχαριστιούνται την διαδικασία εκμάθησης και ένταξης στην ομάδα, είναι τα εσωτερικά κίνητρα που ενδυναμώνουν όλα αυτά τα χρόνια την σχέση μου με τις αναπτυξιακές ηλικίες. Δεν αποτελώ εξαίρεση, σκεφτόμουν κι εγώ από την ηλικία των 29 που σταμάτησα την επαγγελματική μου καριέρα ως αθλητής, να μπω στην προπονητική ανδρικών ομάδων. Το έκανα από το 1999 έως το 2007 στα τοπικά πρωταθλήματα και στην Γ’ Εθνική. Δεν άφησα όμως ποτέ τις ακαδημίες και τα τμήματα παίδων, εφήβων και ευτυχώς, γιατί στο τέλος της ημέρας η επαφή με τα μικρά παιδιά ήταν το φάρμακο στις δυσκολίες να καθοδηγείς ομάδα σε πρωταθλήματα ανδρών ανεξαρτήτου κατηγορίας. Και αυτό δεν έχει δυστυχώς αλλάξει».

Συμπλήρωσε δε πως: «Παρακολουθώ συνάδελφους προπονητές με αποδεδειγμένη αξία ή νέους ικανούς και φιλόδοξους προπονητές να απομακρύνονται μετά από μία ή δύο ήττες ή ακόμα και από νίκη της ομάδας τους ή να παραμένουν απλήρωτοι για μήνες ή να κρίνονται από έναν γονέα αθλητή ή από έναν παράγοντα ομάδας, ο οποίος δεν έχει την παραμικρή ιδέα από διοίκηση ενός αθλητικού οργανισμού, σε έναν φαύλο κύκλο ψυχικής φθοράς. Για να το κλείσω εδώ, η έννοια επαγγελματίας προπονητής στην Ελλάδα είναι συνώνυμη με καταστάσεις που δεν αρμόζουν ούτε στο επίπεδο της αξίας των Ελλήνων προπονητών ούτε στο επίπεδο του ελληνικού μπάσκετ. Εξαιρέσεις φυσικά υπάρχουν αλλά είναι εκεί για να επιβεβαιώνουν τον κανόνα».

-Στις χαμηλότερες κατηγορίες σίγουρα αυτό που περιγράφεις είναι εντονότερο. Όμως θα απέρριπτες μία πρόταση ως πρώτος προπονητής ή ένταξής σου σε προπονητικό επιτελείο ακόμη και αν αυτή αφορούσε το υψηλότερο επίπεδο?

«Καταρχήν θεωρώ ότι δεν έχω πλέον τις προϋποθέσεις. Το μπάσκετ προχωράει πρέπει για να θέλεις να είσαι έτοιμος για μία τέτοια πρόκληση, να
ασχολείσαι όλη την ημέρα με αυτό, να επιμορφώνεσαι, να παρακολουθείς αδιάλειπτα τα αντίστοιχα πρωταθλήματα και το κυριότερο, να είσαι μάχιμος, δηλαδή να έχεις συνεχή παρουσία ως προπονητής, με λίγα λόγια να έχεις επιλέξει ότι θα βιοποριστείς από αυτό. Πάντως και ως ιδιοσυγκρασία δεν θα μου ταίριαζε ο ρόλος του βοηθού και ως Αχιλλέας δεν θα έμπαινα ποτέ από την πίσω πόρτα. Μόνο σε κάτι που νιώθω απόλυτα ασφαλής θα μπορούσα να συμμετέχω και να προσφέρω. Στο υψηλότερο επίπεδο, ο ρόλος του Αθλητικού Διευθυντή ή του Τeam Manager λόγω αθλητικής εμπειρίας και σπουδών στο αντικείμενο, θα μπορούσε να ήταν επιλογή, δηλαδή κοντά σε προπονητές, αθλητές, διοίκηση αλλά και αυτό προϋποθέτει πλήρη και αποκλειστική ενασχόληση και δεν θα έπαιρνα εύκολα την απόφαση να αφήσω ό,τι έχω δημιουργήσει αυτή την στιγμή και το οποίο απαιτεί πολλές ώρες καθημερινής απασχόλησης. Φυσικά ποτέ δεν ξέρεις τι σου επιφυλάσσει το μέλλον».

-Το καλοκαίρι ανακοινώθηκε η συνεργασία σου με την Δόξα Βύρωνα στο ρόλο του τεχνικού διευθυντή. Πως προέκυψε;

«Είμαι πάντα πρόθυμος να βοηθήσω προσπάθειες που αφορούν την ανάπτυξη ακαδημιών. Εδώ και χρόνια έχω συνεργασία με προπονητές και σωματεία κυρίως στην καθοδήγηση για την οργάνωση και λειτουργία της ακαδημίας αλλά και τα προπονητικά περιεχόμενα που πρέπει να εφαρμόζονται στα αναπτυξιακά στάδια. Στην Δόξα Βύρωνος με κάλεσε φίλος που ασχολείται με την ομάδα για να βοηθήσω τη νέα προσπάθεια. Γνώρισα τους ανθρώπους της διοίκησης καθώς και προπονητές που ήδη ήξερα όπως τη Βίκυ Δημουλά και τον Νίκο Κωστόπουλο, οι οποίοι εργάζονται στην ομάδα τα τελευταία χρόνια. Το πρόβλημα ήταν ότι η επαφή και η ενημέρωση για την έως τότε λειτουργία της ακαδημίας και των αγωνιστικών τμημάτων έγινε μέσα στον Αύγουστο, οπότε είπαμε να έχουμε μία συνεργασία αρχικά με την στελέχωση των τμημάτων με προπονητές και στην διάρκεια της χρονιάς να δούμε τα λειτουργικά θέματα και τα προπονητικά περιεχόμενα ώστε να προσφέρουμε στα παιδιά όσο το δυνατόν καλύτερες συνθήκες. Πολύ δύσκολη ή όλη διαδικασία γιατί αναγκαστικά πρέπει να ιεραρχήσεις τα θέματα και μοιραία
κάποια θα μείνουν πίσω. Γίνεται πολύ σημαντική προσπάθεια απ’ όλους. Προσπαθώ να είμαι κοντά σε αυτή την προσπάθεια όσο μου το επιτρέπουν οι επαγγελματικές μου υποχρεώσεις».

-Πώς θα αξιολογούσες την έως τώρα πορεία της ακαδημίας αλλά και
γενικότερα της ομάδας.

«Η Δόξα Βύρωνα μου θυμίζει την εικόνα που είχα στον Έσπερο Καλλιθέας ως νέος αθλητής. Κόσμος που αγαπάει τον σύλλογο, αθλητές και αθλήτριες δεμένοι με τους προπονητές και την ομάδα, οι γονείς κοντά στα παιδιά και στην ομάδα, η διοίκηση προσπαθεί για το καλύτερο και ένας άνθρωπος σύμβολο ο Γιώργος Μπάκας που είναι 40 χρόνια στην ομάδα. Δυστυχώς λίγα σωματεία στην Ελλάδα έχουν το πρώτο και κυριότερο απαιτούμενο, τις εγκαταστάσεις. Η Δόξα έχει αυτό το σημαντικό πρόβλημα, ειδικότερα φέτος που η βασική κλειστή εγκατάσταση που χρησιμοποιεί δεν λειτουργεί από το καλοκαίρι λόγω ανακατασκευής. Όμως έχει ένα εξαιρετικό επιτελείο προπονητών σε αγόρια και κορίτσια, τους: Βίκυ Δημουλά, Νίκο Κωστόπουλο, Νίκο Τάτα, Θανάση Παναγιωτόπουλο, Μάριο Ιντζελέρ, Νίκο Καγιαμανίδη, Αλέξη Φωτόπουλο και Γιώργο Ντακοβάνο. Το επίπεδό τους και κυρίως η αγάπη τους για τα παιδιά αποτελεί συγκριτικό πλεονέκτημα για να επιλέξει μία οικογένεια να ενταχθεί στην ομάδα. Με την διοίκηση είμαστε σε καθημερινή επαφή για την καλύτερη οργάνωση και την επίλυση προβλημάτων με όσα μέσα διαθέτουμε. Το κλίμα στα αγωνιστικά τμήματα είναι εξαιρετικό και γενικά υπάρχει άριστη συνεργασία και αλληλεγγύη στην ομάδα».

-Έχεις ξεχωρίσει κάποια παιδιά στην Δόξα Βύρωνα που θα μπορούσαν να προχωρήσουν σε υψηλότερο επίπεδο?

«Οι αθλητές και αθλήτριες στα αγωνιστικά τμήματα θέλουμε να ξεχωρίζουν κυρίως για τη νοοτροπία τους να είναι καλοί συμπαίκτες και να είναι
‘ανοιχτοί’ στην καθοδήγηση από τους προπονητές τους ώστε να προοδεύουν. Η Βίκυ Σταθοπούλου γεννημένη το 2007 είναι μία τέτοια περίπτωση. Την αναφέρω γιατί είναι ήδη στα κλιμάκια της Εθνικής, εκπροσωπώντας όλο τον σύλλογο και γιατί είναι ένα εξαιρετικό παιδί. Η εξέλιξή της φυσικά και οφείλεται πρωταρχικά στην ίδια αλλά σημαντικό μερίδιο έχει το κλίμα της ομάδας, ο προπονητής της και οι συμπαίκτριές της. Έχουμε σε όλα τα
τμήματα τέτοιες περιπτώσεις που συνδυάζουν ταλέντο και χαρακτήρα με προπονητές που τους καθοδηγούν σωστά και αυτό τιμά τους ίδιους και την
ομάδα. Στο χέρι τους είναι να έχουν μία σημαντική διαδρομή στο μπάσκετ. Αρκεί να διατηρήσουν την σωστή νοοτροπία και να δουλεύουν καθημερινά. Με την ευκαιρία να εξάρω την παρουσία των κοριτσιών μας που αγωνίζονται στην Α’ κατηγορία γυναικών, νεανίδων και κορασίδων και την συμβολή του coach Νίκου Τάτα στην πορεία τους σε μία πολύ δύσκολη συνθήκη. Με μέσο όρο ηλικίας τα 17 έτη τα κορίτσια αποκομίζουν πολύ σημαντικές εμπειρίες αγωνιζόμενες σε δυο διοργανώσεις (γυναικών και νεανίδων) με αξιοπρεπέστατη παρουσία».

-Πολλή κουβέντα γίνεται για τον τρόπο λειτουργίας των ακαδημιών στην Ελλάδα και την συμβολή τους στην παραγωγική διαδικασία. Η άποψή σου;

«Αν θέλουμε να μιλήσουμε για μια σοβαρή προσπάθεια ανάπτυξης ακαδημίας θα πρέπει να μπορούμε να εξασφαλίσουμε τις βασικές προϋποθέσεις για μία αποτελεσματική λειτουργία προς όφελος της ανάπτυξης των αθλητών. Αυτές είναι οι εγκαταστάσεις (γήπεδα, ώρες), η εσωτερική οργάνωση (τμήματα, προπονητές, ομάδα υποστήριξης, μέσα, προσωπικό, συνεργάτες), η επιλογή προπονητών (αυστηρά κριτήρια) η διοίκηση της ακαδημίας (οργανόγραμμα, ρόλοι, αρμοδιότητες, ιεραρχία), τα προπονητικά περιεχόμενα ανά ηλικία (βασική ευθύνη του υπεύθυνου προπονητή/τεχνικού διευθυντή της ακαδημίας), η επαφή και η σωστή ενημέρωση με τους γονείς (παρουσίαση λειτουργίας και στόχων ακαδημίας, ρόλος γονέων) και η κουλτούρα της ομάδας (φιλοσοφία, σκοπός, αρχές). Το τελευταίο φυσικά είναι και πρώτο και είναι συνυφασμένο με το όραμα των ανθρώπων της κάθε ομάδας. Διαβάζω συχνά τις αναφορές και τον προβληματισμό για τις ελλείψεις στην παραγωγική διαδικασία στην Ελλάδα και τα διάφορα “μοντέλα” προπόνησης κλπ. Είναι πολύ εύκολο να διαγνώσεις γιατί μία ακαδημία δεν παράγει ολοκληρωμένους αθλητές έτοιμους για το επόμενο βήμα. Αρκεί να αξιολογήσεις τις πέντε βασικές παραμέτρους που ανέφερα αναλύοντας τα κριτήρια για καθεμία από αυτές με την βαρύτητα που έχεις θέσει. Ποιος είναι ο βαθμός επάρκειας σε εγκαταστάσεις, ποιοι αποτελούν την ομάδα υποστήριξης των αθλητών; Οι προπονητές που έχουν προσληφθεί έχουν τα κατάλληλα προσόντα για να αναλάβουν ένα τέτοιο έργο; Το πλάνο ώστε να επενδύσει η ομάδα στην ανάπτυξη, συγκεκριμένα προπονητικά περιεχόμενα ανά ηλικία, ποιος τα αξιολογεί και με ποιο τρόπο, πόσες ώρες προπόνησης τεχνικής και ενδυνάμωσης εφαρμόζονται ανά ηλικία, πόσες ομάδες έχουν πραγματική ταυτότητα σε άμυνα και επίθεση, ποια είναι η κατεύθυνση και η διαδικασία για τα παιδιά με ιδιαίτερα χαρίσματα; Το 90% των ακαδημιών στην Ελλάδα έχουν σε έναν ή περισσότερους παράγοντες πολύ χαμηλή
βαθμολογία με ανάλογα μέτρια αποτελέσματα. Το υπόλοιπο 10% που είναι σε ένα σωστό δρόμο θα πρέπει να εφαρμόζει τις κατάλληλες μεθόδους ώστε τα παιδιά σε ηλικία 17-18 ετών να είναι έτοιμα να αγωνιστούν σε επίπεδο ανδρώνκαι όχι να φτάνουμε να θεωρούμε ως ταλέντα αθλητές 20-22 ετών. Για να συμβεί αυτό θα πρέπει η προπονητική και αγωνιστική διαδικασία στις ηλικίες 13-16 να είναι η ενδεδειγμένη, εκεί κάπου το χάνουμε τόσο σε θέματα προπόνησης, σίγουρα σε αγωνιστικές εμπειρίες αλλά και στην σωστή καθοδήγηση των αθλητών».

-Επομένως πιστεύεις ότι και σε επίπεδο μικρών Εθνικών ομάδων η εικόνα μας είναι ο καθρέπτης της δουλειάς που γίνεται στα σωματεία;

«Ισχύει αυτό, αθλητές που προέρχονται από πολύ καλά οργανωμένες ακαδημίες οι οποίες έχουν φροντίσει να υποστηρίξουν σωστά την εξέλιξη
του αθλητή δίνουν στις Εθνικές ομάδες μία υποψηφιότητα που μπορεί να σταθεί σε εθνικό επίπεδο. Δυστυχώς δεν το βλέπουμε αυτό καθολικά γι’
αυτό βλέπουμε μικρές εθνικές ομάδες να έχουν σημαντικές διαφορές σε επίπεδο ταλέντου ανάμεσα στους αθλητές που τις στελεχώνουν. Δεν είναι
ρεαλιστικό να συζητάμε για τοπικό ή εθνικό αναπτυξιακό πρόγραμμα αν αυτό δεν ξεκινά από μία σοβαρή επένδυση σε υποδομές, ομάδα τεχνικών
διευθυντών που θα έχουν την ευθύνη σχεδιασμού σε εθνικό επίπεδο τόσο για τα περιεχόμενα όσο και για την μέθοδο που θα πρέπει να ακολουθούν οι ακαδημίες για την ανάπτυξη των αθλητών αλλά και τους τρόπους αξιολόγησής τους, στελέχωση με τους αδιαμφισβήτητα κατάλληλους (κριτήρια επιλογής προπονητών) για να εφαρμόσουν το πρόγραμμα και οι οποίοι θα αμείβονται ανάλογα με την σημασία του έργου που καλούνται να επιτελέσουν. Ταλέντο πάντα υπήρχε και πάντα θα υπάρχει στην Ελλάδα. Η αξιοποίησή του φαίνεται ότι στην χώρα μας είναι μία πολύ δύσκολη υπόθεση όπως και πολλά άλλα πράγματα που χρειάζονται τους κατάλληλους ανθρώπους στις κατάλληλες θέσεις και δυστυχώς δεν μπορούμε ή δεν θέλουμε να τους βρούμε.

Επειδή παρακολουθώ στενά 35 χρόνια τώρα τις ηλικίες αυτές και ως αθλητής  αποτέλεσα μέλος του 1ου αναπτυξιακού προγράμματος στις αρχές του 1980, ελπίζω και εύχομαι να δούμε σύντομα αποτελέσματα από την προσπάθεια που ξεκίνησε τους τελευταίους μήνες με την χαρτογράφηση των αθλητών 12-15 ετών και τις εξαγγελίες για έναν κεντρικό προπονητικό σχεδιασμό στις μικρές ηλικίες και μία αγωνιστική ταυτότητα στο ελληνικό μπάσκετ που θα ξεκινά από τις ηλικίες των 12-13 ετών».

Και συμπλήρωσε: «Η Εθνική ομάδα πρέπει για κάθε αθλητή και αθλήτρια να αποτελεί ύψιστη τιμή και προσφορά χωρίς όρους. Από την άλλη έχουν γίνει πολύ σοβαρά λάθη, τα τελευταία πολλά χρόνια θα έλεγα και στον τρόπο επιλογής αθλητών αλλά και στις επιλογές των προπονητών που καλούνται να εμπνεύσουν και να καθοδηγήσουν τους νεαρούς αθλητές. Τα ονόματα των Βαγγέλη Ζιάγκου και Γιάννη Καλαμπόκη ως υπεύθυνους προπονητές εφήβων και παίδων αποτελούν εξαιρετικές επιλογές. Θα πρέπει αυτή η σχέση όμως να έχει διάρκεια ώστε να μπορεί να διαμορφωθεί το κλίμα και η κουλτούρα στις εθνικές ομάδες, η φιλοσοφία και οι αρχές στο παιχνίδι και φυσικά να μπορέσει να βελτιωθεί στην πορεία η διαδικασία που ξεκινάει από την κορυφή (ομοσπονδία έως σχεδιασμό), περνάει στην βάση (εφαρμογή στα σωματεία) και συναντιέται στις ηλικίες αυτές, ώστε να μειωθεί στο ελάχιστο το χάσμα που παρατηρείται από φουρνιά σε φουρνιά αθλητών και εν τέλει να βρεθούμε και κυρίως να παραμείνουμε σε ένα υψηλό επίπεδο».

-Αχιλλέα οι προσωπικοί σου στόχοι για το παρόν και το μέλλον;

«Είναι συνυφασμένοι με την καθημερινή προσπάθεια για βελτίωση και ανάπτυξη στον χώρο που δραστηριοποιούμαι όλα αυτά τα χρόνια με φίλους
και συνεργάτες. Να συνεχίσουμε να προσφέρουμε μέσα από οργανωμένες δράσεις (ακαδημίες, Athens Sports Hall, camps) την υποστήριξη στους
νέους αθλητές, να εμπλουτίσουμε και να βελτιώσουμε τα προγράμματά μας και να φέρουμε κοντά στις δράσεις μας προπονητές που έχουν την διάθεση και το ταλέντο να ασχοληθούν με την ανάπτυξη των αθλητών. Μετά το πετυχημένο εγχείρημα του Athens Sports Hall έχουμε ως όραμα μία πρότυπη ακαδημία στην Αθήνα με προαπαιτούμενο τις άρτιες εγκαταστάσεις ώστε να μπορούμε να εφαρμόσουμε ένα δομημένο αναπτυξιακό πρόγραμμα. Να έχουμε όλοι την υγεία μας, να βλέπουμε τα παιδιά μας να προοδεύουν και να είμαστε αλληλέγγυοι και ειλικρινείς μεταξύ μας».

*Ο Αχιλλέας Δεμέναγας έχει συνδέσει την προπονητική του πορεία με τις αναπτυξιακές ηλικίες. Από το 1989 βρίσκεται ανελλιπώς κοντά στα τμήματα
υποδομών, έχοντας βοηθήσει πολλούς νέους αθλητές στα πρώτα τους βήματα μέσα από τις ακαδημίες των: Σουρμένων, Εσπέρου, Γαλατσίου, Ελληνικού, ΑEK και Παναθηναϊκού στις οποίες συμμετείχε ως προπονητής και υπεύθυνος ακαδημιών. Από το 2007 εφαρμόζει ένα ολοκληρωμένο και εξατομικευμένο πρόγραμμα βελτίωσης της τεχνικής στο μπάσκετ που ακολουθεί τον αθλητή 12 μήνες τον χρόνο και στοχεύει στην μεγιστοποίηση της απόδοσής του. Από το 2015 σημείο αναφοράς για αθλητές και αθλήτριες που αναζητούν μία σύγχρονη εγκατάσταση, ένα ατομικό πρόγραμμα βελτίωσης και εξειδικευμένους προπονητές, αποτελεί το Athens Sports Hall το οποίο ο Αχιλλέας Δεμέναγας ίδρυσε με τους Βαγγέλη Ζιάγκο και Γιώργο Παντελάκη και στο οποίο έχει ενταχθεί ένα εξαιρετικό προπονητικό επιτελείο. Στις δράσεις του εντάσσονται summer camps στο Λουτράκι, στην Πορταριά και σε άλλα μέρη της Ελλάδας, στα οποία έχουν συμμετάσχει σπουδαίοι αθλητές τα τελευταία 15 χρόνια όπως ο Γιάννης Αντετοκούμπο, ο Ιωάννης Παπαπέτρου, ο Βασίλης Καββαδάς, ο Μιχάλης Λούντζης, ο Δημήτρης Μωραΐτης και πολλοί άλλοι.