Ο ιστορικός Πανελλήνιος… τρέχει σαν άλλος Ολυμπιονίκης, προς την κορυφή, στον δρόμο για την μεγάλη επιστροφή στις υψηλότερες κατηγορίες. Αναμφίβολα, εκ των βασικών πρωταγωνιστών στην όλη προσπάθεια είναι και ο Δημήτρης Κατιάκος, ο οποίος μέσω της συνέντευξής του στην ΕΣΚΑ, μάς έλυσε πολλές απορίες. Από την Καλλιθέα, στον Πανιώνιο που… η συνταγή δεν έδεσε, σχεδόν σε όλες τις κατηγορίες κατόπιν, στην συμπάθεια για Λυκογιάννη και Γιαννούλη, μέχρι τις σκέψεις του για την επόμενη μέρα μετά την ενεργό δράση. Παίκτης με υψηλές παραστάσεις από το ανώτερο επίπεδο, γνώστης όλων των κατηγοριών, με την εμπειρία του και το τείχος που υψώνει στις ρακέτες, δίνει στους Κυψελιώτες το κάτι παραπάνω, για την δική τους υπέρβαση. Ο 35χρονος σέντερ αναφέρθηκε στο χθες, το τώρα, αλλά και το αύριο…
-Δημήτρη, αλήθεια, το αήττητο σάς αγχώνει, σάς προσθέτει ένα έξτρα βάρος για τον τελικό σας στόχο;
«Δεν αισθανόμαστε την έξτρα πίεση, με την κακή έννοια. Νιώθουμε την υποχρέωση να σεβόμαστε την φανέλα της ομάδας που φοράμε και να πετύχουμε τους στόχους μας. Θέλουμε νίκη σε κάθε ματς και να φτάσουμε όσο πιο ψηλά με τον Πανελλήνιο. Να το δείχνουμε στο παρκέ ότι αξίζουμε να είμαστε σε αυτή την θέση. Υπάρχει όραμα, υπάρχει πλάνο και φιλοδοξία στην ομάδα. Τηρείται ευλαβικά ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, υπάρχει σχεδιασμός και συνεχίζουμε σε αυτό το τέμπο. Μας πήγε λίγο πίσω, όπως όλους, όλη αυτή η ιστορία που μας ταλανίζει την τελευταία διετία, αλλά προχωράμε. Δεν υπήρξε απογοήτευση. Μόνο πίστη στις δυνατότητές μας. Στις περιόδους εγκλεισμού, εγώ έπαιρνα τους δρόμους κι έτρεχα… έστω και χωρίς να μπορώ να κάνω έστω σουτ. Μπήκαμε σε μία νέα πραγματικότητα, ευτυχώς έμεινε πίσω θέλω να πιστεύω».
-Παίζοντας σε αυτό το ιστορικό σωματείο, νιώθετε μία έξτρα πίεση, φορώντας την φανέλα που τίμησαν τόσοι και τόσοι
στο παρελθόν;
«Ξεκάθαρος στόχος είναι η άνοδος και να βρεθεί η ομάδα σε υψηλότερες κατηγορίες, όπως της αξίζει. Υπάρχει σεβασμός και μόνο που βλέπουμε κάποιες φορές σε αγώνες μας, να έρχεται και να παρακολουθεί τα ματς, ο σπουδαίος Βασίλης Γκούμας. Δέος. Είναι τιμή μας. Επίσης, ο άνθρωπος που είναι συνεχώς δίπλα μας, μία ακόμη ιστορική μορφή της ομάδας, ο Βασίλης Γκιούσμας. Είναι η ψυχή του σωματείου. Θέλουμε τον Πανελλήνιο πρωταγωνιστή και στο μέλλον, θέλουμε και την επιστροφή των φιλάθλων, που γέμιζαν, όπως θυμόμαστε, κάποτε, στο κλειστό της Κυψέλης και δημιουργούσαν μία ωραία μπασκετική ατμόσφαιρα».
-Πόσο εύκολη ή δύσκολη ήταν η απόφασή σου να παίξεις στην ΕΣΚΑ με τον Πανελλήνιο;
«Από την στιγμή που μίλησα με τους ανθρώπους του συλλόγου προ 3ετίας, ερχομενος μάλιστα από την Γ’ Εθνική (Ιωνικός ΝΦ), δεν υπήρξε κάτι περαιτέρω για μένα, ούτε δισταγμός, ήθελα να παίξω στον Πανελλήνιο, ακόμη και στη Γ’ ΕΣΚΑ, τότε. Είχαμε συμφωνήσει ήδη με συνοπτικές διαδικασίες. Με τον κόουτς Κωστή Λημναίο υπάρχει αγαστή συνεργασία, αμοιβαίος σεβασμός. Ο κ. Αλέξης Αλεξόπουλος (αν και προέρχεται από το τμήμα στίβου) επίσης τρέχει πολλά ζητήματα στην ομάδα και τα όποια προβλήματα λύνονται εν τη γενέσει τους. O σύλλογος κράτα αυτό το ρομαντικό στοιχείο που πάντα τον χαρακτήριζε, όσον αφορά την αγάπη για τον αθλητισμό και τον σεβασμό στον αντίπαλο».
-Πώς βλέπεις το επίπεδο της κατηγορίας, γενικότερα;
«Υπάρχουν καλές και προπονημένες ομάδες ομάδες, δουλεμένες και ανταγωνιστικές. Πολλές έχουν έναν συγκεκριμένο κορμό και πάνω εκεί χτίζουν. Ολοι θέλουμε να δούμε πολλά περισσότερα νεαρά παιδιά, που να πλαισιώνουν και εμάς τους παλαιότερους. Ο Πανελλήνιος δεν είναι υπερβολή να πούμε πως βρισκόταν υπό διάλυση. Αρχισε πια, να συσπειρώνεται. Οι ακαδημίες αποκτούν ξανά πνοή, υπάρχει παλμός στο σωματείο και θυμίζει μια κατάσταση από τις παλιές καλές ημέρες. Υπάρχει καλή συνεργασία τόσο με τα άλλα έμπειρα παιδιά, τον Καπινιάρη, τον Κούρτη, τους νεαρότερους, αλλά και το σύνολο γενικότερα».
-Τι θα άλλαζες στην πορεία σου, αν μπορούσες; Τι κρατάς και τι όχι;
«Ισως τότε που δεν πήγα στον Πανελευσινιακό, την σεζόν που ανέβηκε στην Α1. Είχα επιλέξει τον ΟΦΗ, επίσης στην Α2. Στον Πανιώνιο, ενώ ήταν ένα μεγάλο βήμα για μένα, μετά τον Έσπερο, παρά την καλή συνεργασία με τον κόουτς Γκέκο, κατόπιν, με τον κόουτς Μάρκοβιτς, χωρίς καμία εξήγηση δεν βρέθηκε σημείο επαφής. Και οι κόουτς Κουστένης/Χουγκάζ, δεν ήξεραν οι άνθρωποι το γιατί. Με το που ανέλαβε, μεμιάς, απέκλεισε από τα πλάνα του, εμένα και τον Σιγκούνα. Χωρίς να μας ξέρει καν. Δεν δόθηκαν ευκαιρίες, δεν ξέραμε καν τα συστήματα της ομάδας. Κάναμε προπονήσεις μόνοι μας. Αυτό όλο μού κόστισε, με επηρέασε ψυχολογικά και για καιρό δεν ήμουν ο ευαυτός μου. Δεν μένω στο τι πήγε λάθος. Κρατάω ωστόσο πολλές καλές επαφές, που είχα, όπως με τον Καλαμπόκη και τον Γιαννούλη. Τον «Γιαν-Γιαν» σκέφτομαι να τον προσκαλέσω και σε κάποιο από τα παιχνίδι μας, για να έρεθει να δει από κοντά την προσπάθειά μας και γιατί όχι να μιλήσει και στα νεότερα παιδιά, για την τρέλα του με το μπάσκετ. Σημαντικές στιγμές έζησα και με την Εθνική Ενόπλων και πλειάδα σημαντικών παικτών».
-Από ποιον κόουτς έχεις να θυμάσαι τα καλύτερα και ποιον, ενδεχομένως, δεν θες να σκέφτεσαι καν;
Ευκολότερος και δυσκολότερος αντίπαλος;
«Στον Εσπερο ανδρώθηκα μπασκετικά. Εκεί μεγάλωσα. Ωστόσο όταν γυρίζει μία σελίδα, πολλές φορές, αλλάζει και το κεφάλαιο. Με τον κόουτς Αρη Λυκογιάννη συνεργάστηκα άψογα, έχω να θυμάμαι τα καλύτερα. Από εποχής Ίκαρου/Εσπερου. Επειδή δεν υπήρξα και ο πιο τεχνικός ψηλός, πολλοί αντίπαλοί μου, αναμφίβολα, με δυσκόλεψαν στην πορεία. Προσπαθούσα να γίνομαι καλύτερος, να μαθαίνω, να βελτιώνω αδυναμίες».
-Προφανώς, οι περισσότεροι κάνουν παράλληλες δουλειές, πέρα από το χόμπι (κυρίως) στο ερασιτεχνικό μπάσκετ. Οταν η φανέλα κρεμαστεί, ο Δημήτρης θέλει να είναι στον χώρο από κάποιο πόστο;
«Ναι, σίγουρα θα ήθελα να είμαι κοντά στον χώρο. Ηδη, σκέφτομαι τα επόμενα βήματα, όσον αφορά την προπονητική. Ενδεχομένως σε επίπεδο ακαδημιών, σε παιδιά που προορίζονται για την θέση σέντερ, όλα υπάρχουν ως ιδέα, αλλά ακόμη κοντρολάρω τα όποια μελλοντικά σχέδια, σκεπτόμενος κυρίως το παικτικό κομμάτι, παράλληλα με την άλλη εργασία μου, γιατί, όπως θα γνωρίζετε, ειδικά στο ερασιτεχνικό μπάσκετ και μάλιστα αυτές τις εποχές δεν έχεις την δυνατότητα να εστιάσεις μόνο στο καθαρά αθλητικό κομμάτι».
-Μετανιώνεις για κάτι που δεν πήγε όπως θα ήθελες ή περίμενες στην καριέρα σου;
«Δεν μετανιών για τίποτα που συνέβη και πέρασε. Ισως να μην άλλαζα και κάτι. Μπορεί όλα να τα ξαναέκανα έτσι, με αυτό τον τρόπο. Μετά τον Πανιώνιο, σαν να γύρισε ένας διακόπτης μέσα μου. Βρήκα την δύναμη, πάτησα γερά και συνέχισα δυναμικά να κάνω αυτό που αγαπάω. Να έχω κέφι για το μπάσκετ, παίζοντας σε ομάδες που εγώ επέλεγα. Που ένιωθα σημαντικός. Ασχέτως κατηγορίας. Κυρίως στην Α2, αλλά οπουδήποτε κι αν έπαιξα στην διάρκεια των χρόνων. Εχω περάσει από όλες τις κατηγορίες, εκτός της Δ’ ΕΣΚΑ και όλο αυτό το ταξίδι έχει αφήσει και συνεχίσει να αφήνει ανεξίτηλες στιγμές».
-Αγαπημένοι συμπαίκτες; Παιδικά ινδάλματα;
«Καράμπουλας, Πέττας, Εμμανουηλίδης αλλά και Γιαννούλης, οι καλύτεροι συμπαίκτες, μεταξύ άλλων πολλών που είχα. Μάλιστα όλοι τους, παίζουν μπάσκετμέχρι και σήμερα. Από τον Γιαννούλη, θυμάμαι, πιτσιρικάς, του είχα ζητήσει αυτόγραφο και στην πορεία του το έδειξα και σάστισε, θυμίζοντάς του το στιγμιότυπο».